αντιπροσωπεύομαι

αντιπροσωπεύομαι
αντιπροσωπεύομαι, αντιπροσωπεύτηκα κα αντιπροσωπεύθηκα, αντιπροσωπευμένος βλ. πίν. 20

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πατρωνεύω — Α [πάτρων] 1. είμαι πάτρων* κάποιου, ασκώ τα δικαιώματα τής πατρωνείας 2. παθ. πατρωνεύομαι προστατεύομαι και αντιπροσωπεύομαι από τον πάτρωνά μου, έχω πάτρωνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”